Γελούσε, είχε καιρό να γελάσει τόσο. Πήγε στη κουζίνα και ετοίμασε ένα καφέ. Καθώς χαλάρωνε ξάφνου σκέφτηκε ‘τι σημασία έχει η κώφωση του αυτιού, όταν το πνεύμα ακούει; Η μόνο κώφωση, η κώφωση η αληθινή, η κώφωση η αγιάτρευτη είναι η κώφωση του πνεύματος’.
Πράγματι τι σημασία έχει, σκέφτηκε, καθώς το έβαζε προσεκτικά, στην ειδική θήκη του. Η ώρα περνούσε. Ξάφνου ένα χέρι ακούμπησε στον ώμο του. Αλαφιασμένος, γύρισε να δει. Δεν είχε ακούσει το κλειδί που γύρισε στην κλειδαριά.
Έλα να σου δείξω κάτι και του έδειξε την διαφήμιση .
Χαμογέλασε, θα συμμετέχω στο διαγωνισμό σκέφτηκε και θα νικήσω.